Τετάρτη 18 Μαρτίου 2009

Η Φυτική Μνήμη

… δηλαδή τα βιβλία. Το βιβλίο του Umberto Eco «Αναμνήσεις επί χάρτου – Κείμενα για τη βιβλιοφιλία» (εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2007) ξεκινάει εντυπωσιακά, με ένα πολύ ωραίο κείμενο μιας διάλεξης που έδωσε ο συγγραφέας το Νοέμβριο του 1991 στο Μιλάνο. Το αντικείμενό της είναι η συλλογική μνήμη, όπως διατηρήθηκε και διαδόθηκε μέσω των βιβλίων. «Οι σημερινοί γέροι της φυλής είναι τα βιβλία», λέει και, με το γνωστό του ύφος, υπενθυμίζει το αυτονόητο και το τετριμμένο με τρόπο, όμως, που να ζηλεύεις που δεν το σκέφτηκες εσύ. Καταλήγει δε με μια συμβουλή: «Αν η εμπειρία του βιβλίου ακόμη σας τρομάζει, αρχίστε άφοβα να διαβάζετε βιβλία στην τουαλέτα. Θα ανακαλύψετε ότι κι εσείς έχετε ψυχή.»
Έχω την εντύπωση ότι δεν υπάρχει αναγνώστης του Eco που, σε οποιοδήποτε βιβλίο του, δεν έχει μπει στον πειρασμό να πηδήξει χωρίς τύψεις 1-2 παραγράφους στα σημεία που αρχίζει να φλυαρεί ακατάσχετα, να παραθέτει (άγνωστα ως επί το πλείστον) ονόματα και τίτλους, να αραδιάζει πληροφορίες που θα ήταν χρήσιμες μόνο σε εξειδικευμένους ερευνητές και γενικά να γράφει στα παλιά του τα παπούτσια τη ροή του κειμένου και να επιδίδεται στη γνωστή αυτή αντιπαθητική επίδειξη γνώσεων, τις οποίες, φυσικά, ουδείς αναγνώστης ελέγχει. Δεν αμφιβάλλω ότι δεν επιδέχεται αμφισβήτησης η ακαδημαϊκή του κατάρτιση, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι, κατά την καθομιλουμένη, και φαφλατάς.
Κι εκεί που αρχίζεις να βρίζεις κι αυτόν και τους Ιταλούς, πώς τα καταφέρνει και σου τα γυρίζει και σου βάζει εμβόλιμα τόσο ενδιαφέροντα κομμάτια κειμένου, ενίοτε και διασκεδαστικά, που σε κάνουν να θες να γυρίσεις πίσω, να κάνεις την αγγαρεία να διαβάσεις αυτά που προσπέρασες, μήπως πετύχεις μέσα κάτι εξίσου ωραίο. Ο κόπος βέβαια είναι συνήθως μάταιος.
Το βιβλίο φυσικά δεν είναι άρθρο εφημερίδας. Δεν σκοπεύει μόνο στην ενημέρωση, αλλά και στην τέρψη. Τη λογοτεχνική ή την πνευματική. Ίσως, επομένως, να είναι άδικη η κριτική να περιμένει κανείς από το συγγραφέα, και ειδικά τον Eco, να περικόψει τα περιττά, αλλά από την άλλη είναι απορίας άξιο που δεν μπαίνει καν στον κόπο να μεταφράσει κάποια αποσπάσματα λατινικών κειμένων που έχει παραθέσει, μερικά εκ των οποίων δεν είναι και μικρά. Η υπεροψία της ιντελιγκέντσιας ή το ιδιόρρυθμο του συγγραφέα; Μάλλον και τα δύο, αν κρίνω και από το πρόχειρα χειμαρρώδες μερικές φορές ύφος του, σαν να έχει μαζέψει ό,τι πληροφορία θέλει να μεταδώσει σε ένα κουβά και να στον αδειάζει μπροστά σου, χύμα. Ούτε πρόλογος, ούτε επίλογος, ούτε ιεράρχηση των θεμάτων, σαν να λέει «αυτά έχω κι άμα σ’ αρέσουν». Και συνήθως σ’ αρέσουν! Όχι μόνο επειδή πραγματεύεται θέματα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, αλλά γιατί βάζει σε κίνηση το μυαλό του αναγνώστη, κάνοντάς το να αναρωτηθεί ακόμη και αν είναι τελικά αναγκαίος ο πρόλογος, ο επίλογος και η ιεράρχηση των θεμάτων κ.ο.κ.
Προσωπικά δεν έχω διαβάσει άλλο βιβλίο σχετικά με τη βιβλιοφιλία ή τη βιβλιομανία και, μετά από αυτό, μάλλον δεν πρόκειται. Σίγουρα πάντως θα ξαναδιαβάσω Eco και μάλλον με την ίδια εναλλαγή συναισθημάτων.
Έχω δε την εντύπωση ότι, όπως μετά τις "Έξι Περιπλανήσεις στο Δάσος της Αφήγησης" (Umberto Eco, Ελληνικά Γραμματα 1994), βιβλίο που ασχολείται με τους τρόπους αφήγησης αλλά και ανάγνωσης, το οποίο νομίζω ότι με έχει σημαδέψει ως αναγνώστη καθώς επανέρχεται στο μυαλό μου συχνά-πυκνά (ειδικά τα κεφάλαια "Τα Δάση του Loisy" και "Βραδυπορώντας στο Δάσος" είναι συναρπαστικά), μετά τις "Αναμνήσεις επί Χάρτου" θα βλέπω και την εμφάνιση των βιβλίων με διαφορετικό μάτι. Από την ποιότητα του χαρτιού, μέχρι τα σχόλια στα εσώφυλλα.


Δ

1 σχόλιο:

  1. Καλημέρα Δημήτρη, καλορίζικο το blog. Βλέπω βαδίζεις στα χνάρια το πατέρα σου, άντε, να δοξάσεις τις ένοπλες δυνάμεις μας. Μπράβο, μου άρεσε πολύ το κείμενό σου για τον Eco, και που είσαι τολμηρά εικονοκλαστικός. Σήμερα τέλειωσα και το βιβλίο του πατέρα σου, το "Νισάφι πια", φοβερό βιβλίο, θα 'πρεπε να πάρει το βραβείο ιπεκτσί.
    Και πάλι καλορίζικο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή