"Ο πατριωτισμός είναι ο καθημερινός εθνικισμός που αυτοθαυμάζεται, καλλιεργώντας τη φαντασίωση ότι είναι επαρκώς άκακος ώστε να διαφέρει ουσιαστικά από την ακροδεξιά εκδοχή του."
Η διαύγεια της έκφρασης αυτής στην εισαγωγή του βιβλίου της Σώτης Τριανταφύλλου και του Ηλία Ιωακείμογλου "Για τη Σημαία και το Έθνος" (Μελάνι, 2007) είναι ένα καλό παράδειγμα για το πώς η κοινωνιολογία -ή ακόμη και η σύγχρονη φιλοσοφία- μπορεί να γίνει προσιτή, ίσως και θελτκική, στον αναγνώστη που διαθέτει ένα μέσο ανοιχτό μυαλό (με το "μέσο" να προσδιορίζει και το "ανοιχτό", εκτός από το "μυαλό").
Πρόκειται για ένα βιβλίο σε γενικές γραμμές εξαιρετικά ευανάγνωστο και σαφές στην έκφραση, στην επιχειρηματολογία και στην τοποθέτηση απέναντι στο αντικείμενό του, που φροντίζει να μην αφήνει αναπάντητες τις περισσότερες από τις ερωτήσεις ή ακόμα και τις αντιρρήσεις που γεννώνται στον αναγνώστη.
Οι συγγραφείς δεν αρκούνται σε ισχυρισμούς και εύκολες γενικότητες, αλλά επιχειρούν καλόπιστα να αποδείξουν, να πείσουν δια της λογικής και να περιγράψουν τη βαθύτερη ουσία κοινών για τους Έλληνες γεγονότων και εμπειριών.
Φαίνεται, επίσης, ότι αγαπούν την ενασχόληση με το θέμα αυτό, ανησυχούν για το πώς εκλαμβάνουν και αναπαράγουν οι άνθρωποι τις έννοιες του έθνους και της σημαίας, για το πώς τα προβλήματα που γεννούν δεν είναι απομονωμένα, αλλά αποκτούν επιπλοκές και συνδέονται άμεσα και πραγματικά με πλήθος άλλων κοινωνικών αγκυλώσεων, στην Ελλάδα και αλλού. Αυτό φαίνεται τόσο από δείγματα όπως αυτό που αναφέρω πιο πάνω, η λεπτή ειρωνία και η ακρίβεια του οποίου προδίδουν τα συναισθήματα των συντακτών, όσο και από το γεγονός ότι λένε τα πράγματα με το όνομά τους, αναφερόμενοι συχνά ευθέως σε παρατάξεις και πρόσωπα, είτε αυτά προέρχονται από την ακροδεξιά είτε από τον "αριστερό" εθνικισμό. Η ευθύτητα αυτή και η τόλμη είναι γοητευτική.
Πέρων τούτου, το δοκίμιο αυτό είναι μικρό και περιεκτικό, ό,τι πρέπει για να αποτελέσει εγχειρίδιο σύνταξης θέσεων ενός σύγχρονου προοδευτικού πολιτικού κόμματος. Παρ' ότι το θάρρος της γνώμης απαιτεί επίγνωση της δυσκολίας του πρώτου βήματος και των αναπόφευκτων μελλοντικών λαθών, ένας πολιτικός που διακρίνεται από ουσιαστική δημοκρατική παιδεία και ζήλο να ξεφύγει από την απραξία και να βοηθήσει στην αναδόμηση της κοινωνίας, οφείλει να παραδειγματιστεί, μεταξύ άλλων, και από τις αφετηρίες και το απροκατάληπτο των σκέψεων των συγγραφέων. Μπορεί κανείς να διαφωνήσει με κάποιες λεπτομέρειες, αλλά πιστεύω θα το βρει οπωσδήποτε ευχάριστο και χρήσιμο, ώστε την επόμενη φορά που θα ακούσει έναν εθνικό ύμνο, ακόμα και κατά την τελετή επίδοσης ενός μεταλίου σε Ολυμπιακούς Αγώνες, να παραπεμφθεί αυτόματα και σε ένα τραγουδάκι που ακουγόταν στις ταβέρνες της Αγγλίας τη δεκαετία του 1870:
"We don't want to fight
but, by jingo, if we do,
we've got the ships,
we've got the men,
we've got the money too".
Δ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Ρακάδικο, αυτό το είχα διάβασει από την αρχή!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήκι ήταν κι ένας από τους λόγους που σε θεώρησα ...φίλο μου!